Η αξία της ενσυναίσθησης στη ζωή μας
Η ενσυναίσθηση, πρόκειται για μια έννοια απαραίτητη στη ζωή μας, καθώς συνδέεται σημαντικά με τη συναισθηματική μας ευημερία. Αποτελεί κομμάτι της συναισθηματικής νοημοσύνης και αφορά την ικανότητα του ατόμου «να συμμερίζεται τη νοητική, συναισθηματική ή κατάσταση ζωής ενός άλλου ατόμου» (Πλατσίδου, 2010). Πιο συγκεκριμένα, ένα άτομο με υψηλά επίπεδα ενσυναίσθησης, προκειμένου να καταλάβει τον δικό του άνθρωπο, μπαίνει ακριβώς στην θέση του, κατανοεί τα συναισθήματά του και την οπτική του χωρίς να εμπλέκονται οι προσωπικές του αντιλήψεις και οπτικές.
Συχνά αναρωτιέμαι, πόσο πιο λειτουργικός θα ήταν ο κόσμος αν υπήρχε η θέληση και η αντίστοιχη προσπάθεια να καλλιεργήσουμε την ενσυναίσθηση μας. Παρατηρώ με πόση ευκολία λέμε ότι καταλαβαίνουμε κάποιον ή έστω ότι δεν μπορούμε να τον καταλάβουμε, χωρίς καν να προσπαθήσουμε να μπούμε στην θέση του. Οι άνθρωποι έχουν ένα μαγικό ταλέντο να έχουν άποψη για καθετί που συμβαίνει· ισχυρίζονται ότι αναγνωρίζουν τα συναισθήματα του άλλου ή την πηγή των συναισθημάτων του, ενώ πολύ πιθανά δεν έχουν ιδέα. Ποιο είναι το πρόβλημα; Το πρόβλημα είναι ότι έτσι, πυροδοτούνται οι δυσλειτουργικές σχέσεις, οι άνθρωποι απομακρύνονται και δυσκολεύονται να εκφραστούν. Τι θα μπορούσαμε να κάνουμε λοιπόν;
Μάθε να ακούς.
Ένα πράγμα για το οποίο δεν προσπαθούμε ιδιαίτερα στις μέρες μας, είναι το να ακούμε. Συνεχώς έχουμε στο μυαλό μας τα δικά μας συναισθήματα ή τη δική μας άποψη, προσαρμόζουμε αυτό που ακούμε πάντα στη δική μας ζωή και δεδομένα χωρίς καν να είναι απαραίτητο και οι σκέψεις χάνονται. Είναι λογικό φυσικά να έχουμε τα δικά μας μέτρα και σταθμά, να είμαστε υποκειμενικοί. Όταν όμως κάποιος συνομιλητής μας (φίλος, σύντροφος, συνάδελφος) μας εκφράζει κάποια δική του κατάσταση, επιθυμία ή ανάγκη του, το καλύτερο που μπορούμε να κάνουμε είναι να μπούμε στη δική του θέση, λαμβάνοντας υπόψιν τη δική του ζωή, τα δικά του πιστεύω, τον δικό του χαρακτήρα. Εάν θέλουμε να κατανοήσουμε το πώς αισθάνεται, παύουμε να έχουμε τη δική μας οπτική και για λίγη ώρα έχουμε τη δική του.
Δεν είναι απαραίτητο να δώσεις εσύ τη λύση.
Σκεφτείτε ότι κάποιος φίλος σας στρέφεται σ’ εσάς, προκειμένου να εκφράσει κάποια συναισθήματά του (π.χ. αρνητικά). Μπορεί να έχει πολύ θυμό μέσα του, θλίψη, απογοήτευση· Ως καλός/ καλή φίλη, είναι λογικό να προσπαθήσετε να του δώσετε μια λύση, να του πείτε τι πρέπει να κάνει, να του πείτε τι θα κάνατε εσείς στην θέση του. Φυσικά είναι κάτι πολύ σωστό, αλλά ίσως είναι και λίγο βιαστικό. Συχνά, ο κάθε άνθρωπος εκφράζει τα συναισθήματά του όχι επειδή έχει ανάγκη από λύσεις, αλλά επειδή έχει ανάγκη από στήριξη. Ίσως πρέπει πρώτα να μοιραστεί τα συναισθήματά του και μετά να δει πώς θα τα διαχειριστεί.
Ένας άνθρωπος με ενσυναίσθηση λοιπόν, χρειάζεται να το αντιληφθεί αυτό και να είναι εκεί, χωρίς να παρεμβαίνει. Οι πολλές παρεμβάσεις τύπου «αυτό σε κάνει χειρότερα» «μη σκέφτεσαι έτσι» «βγάλε από το μυαλό σου αυτές τις βλακείες» «σκέψου πιο θετικά» , ίσως κάνουν τον άνθρωπό σας να κλειστεί ακόμα περισσότερο στο καβούκι του, παύοντας πια να μιλάει για τα συναισθήματά του. Αυτό φυσικά δε σημαίνει ότι δεν θα ακούσει ή δεν θα χρειαστεί ποτέ τις συμβουλές σας. Απλά, θα πρέπει να υπάρχει καλό timing.
Δεν υπάρχει σωστό και λάθος, δίκιο ή άδικο.
Είναι σημαντικό να καταλάβουμε και να αποδεχτούμε ότι είμαστε άνθρωποι και κάνουμε λάθη. Είναι βέβαιο ότι όλοι μας κάποια στιγμή, θα στεναχωρηθούμε χωρίς να υπάρχει λόγος, θα ζηλέψουμε χωρίς να υπάρχει λόγος, θα χαρούμε χωρίς να υπάρχει λόγος κ.ο.κ. Το ζήτημα δεν είναι να δεχτούμε βομβαρδισμούς από τρίτους για το πόσο λάθος ή πόσο σωστά είναι τα συναισθήματά μας. Δε βρισκόμαστε σε δικαστήριο, ειδάλλως, όλη μας η ζωή θα ήταν μια συνεχόμενη δίκη. Ο ένας θα δίκαζε τον άλλον και πάλι απ’ την αρχή. Το να υπάρχει χώρος για λάθη και το να μην υπάρχει «μαστίγωμα» από τρίτους, μπορεί να βοηθήσει περισσότερο τον κάθε άνθρωπο να αντιληφθεί μόνος του τα λάθη του ή και τα δίκια του. Φυσικά, δεν προτείνω να επικροτούμε κάποιον άνθρωπο που φανερά έχει άδικο ή σκέφτεται με εντελώς λάθος τρόπο.
Προτείνω απλά να αποδεχτούμε ότι δεν είναι δική μας ευθύνη να διορθώσουμε τις σκέψεις του και τις συμπεριφορές του (εάν και εφόσον θέλουμε να κατανοήσουμε γιατί σκέφτεται και αισθάνεται έτσι). Όσες φορές κι αν αναλύσουμε πού έχει το δίκιο και πού το άδικο, αν το ίδιο το άτομο δεν θέλει να ακούσει και ακόμα επεξεργάζεται τα συναισθήματά του, δεν θα μας ακούσει. Δεν χρειάζεται λοιπόν να βάζουμε ταμπελάκια. Ας είμαστε εκεί, ας εκφράζουμε διακριτικά κάποιους προβληματισμούς , κι όταν έρθει η ώρα, το ίδιο το άτομο θα αντιληφθεί τι πήγε λάθος.
Απ’ όλα τα παραπάνω, νομίζω γίνεται σαφές ότι ένας άνθρωπος με ενσυναίσθηση είναι εκεί για τους ανθρώπους του, δίνει συμβουλές και μιλάει με ειλικρίνεια χωρίς να «χρυσώνει το χάπι» τους. Η διαφορά είναι ότι ένας άνθρωπος χωρίς ανεπτυγμένη ενσυναίσθηση, εμπλέκεται πιο προσωπικά, με κύριο γνώμονα τη δική του οπτική. Η ενσυναίσθηση εστιάζει κυρίως στο κομμάτι της στήριξης και της συμπαράστασης με διακριτικές παρεμβάσεις και φυσικά χωρίς βιασύνη. Δεν είναι υποχρεωτικό να αναπτύξουν όλοι οι άνθρωποι την ενσυναίσθησή τους, όμως δεν χάνουν και τίποτα να προσπαθήσουν. Εξάλλου, είναι βέβαιο ότι θα ωφεληθούν και οι ίδιοι μέσα απ’ τη διαδικασία αυτή.
Σύνταξη και επιμέλεια του άρθρου: Δανάη Τσαντήλα ( ειδική παιδαγωγός, μεταπτυχιακή φοιτήτρια στον τομέα της Εκπαιδευτικής Διοίκησης και Ηγεσίας)
Πηγές:
Πλατσίδου, Μ. (2010). Η Συναισθηματική Νοημοσύνη: Θεωρητικά Μοντέλα, Τρόποι Μέτρησης και Εφαρμογές στην Εκπαίδευση και στην Εργασία. Gutenberg.